Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

Οι εξεγέρσεις των αραβικών λαών αλλάζουν τον χάρτη


ΘΟΔΩΡΗΣ ΔΡΙΤΣΑΣ

Οι εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, από την Τυνησία μέχρι την αραβική χερσόνησο και τις μοναρχίες του Κόλπου, έχουν ήδη αλλάξει τον πολιτικό χάρτη της γειτονιάς μας. Βεβαιότητες που όριζαν τη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική δεν ισχύουν πια, χωρίς ωστόσο να έχουν δώσει τη θέση τους σε άλλες.



Πρώτ’ απ’ όλα η Αίγυπτος, μια χώρα με πληθυσμό επταπλάσιο από της Ελλάδας, αλλά με συνολικό ΑΕΠ το μισό από το ελληνικό. Η στρατιωτικά ισχυρότερη αραβική χώρα είναι το κέντρο του αραβικού κόσμου. Είναι πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ, φίλος του Ισραήλ και εγγυητής του αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας από την πλευρά της χερσονήσου του Σινά, μετά τη συμφωνία ειρήνης που υπέγραψαν το 1979 ο Ανουάρ ας Σαντάτ, προκάτοχος του Μουμπάρακ, και ο Μεναχίμ Μπέγκιν, πρωθυπουργός τότε του Ισραήλ. Αυτή η κατάσταση έμοιαζε ακλόνητη και ανατράπηκε. Δεν ξέρουμε βέβαια τι ξημερώνει αύριο στην Αίγυπτο, πότε ο στρατός, που ανέλαβε μετά την εξέγερση την εξουσία, θα γυρίσει στα στρατόπεδα, ποιες πολιτικές δυνάμεις θα επικρατήσουν, τι πολιτικό σύστημα θα πάρει τη θέση του καθεστώτος που ανέτρεψαν οι διαδηλωτές της πλατείας Ταχρίρ. Το κόμμα των «Αδελφών Μουσουλμάνων» θα διατηρήσει την ενότητά του ή θα διασπαστεί και θα υπάρξει ένα μουσουλμανικό κόμμα σαν εκείνο που κυβερνάει σήμερα στην Τουρκία; Και προπάντων: Σε ποιο βαθμό η νέα πολιτική εξουσία θα δεχτεί να τηρήσει τις συμφωνίες με το Ισραήλ;

Κι ύστερα τι θα συμβεί στις πλούσιες μοναρχίες του πετρελαίου, στο Κατάρ που είναι ακόμα ήσυχο, στο Μπαχρέιν που βράζει και προπάντων στη Σαουδική Αραβία με τις έντονες κοινωνικές αντιθέσεις, ένα από τα πιο καταπιεστικά και πιο διεφθαρμένα καθεστώτα στον κόσμο, όπου ο βασιλιάς και οι δύο πρίγκιπες που προηγούνται στη σειρά διαδοχής είναι γέροι και άρρωστοι και οι εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο έχουν δώσει θάρρος στην (παράνομη) αντιπολίτευση; Θα μπορέσει άραγε το καθεστώς με τα δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια που αποφάσισε να ξοδέψει για αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και για κοινωνικές παροχές να προλάβει μια πιθανή έκρηξη; Το ερώτημα είναι καίριο, γιατί το βασίλειο των Σαούντ έχει στο υπέδαφός του το 25% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου και είναι ο ρυθμιστής της αγοράς πετρελαίου. Αλλά και στο Μεσανατολικό η Σαουδική Αραβία, αν και διατηρεί την εμπόλεμη κατάσταση με το Ισραήλ, είναι από τους κυριότερους αντιπάλους των πιο ριζοσπαστικών πολιτικών δυνάμεων των Παλαιστινίων. Όπως λέγεται, διατηρεί επαφές με το Ισραήλ, με το οποίο ανταλλάσσει πληροφορίες, προπάντων στο πλαίσιο του λεγόμενου «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Είναι άλλωστε ο στενότερος σύμμαχος των ΗΠΑ στον αραβικό κόσμο και ο καλύτερος πελάτης της πολεμικής τους βιομηχανίας.

Κρίσιμο επίσης ζήτημα είναι, αν η αναταραχή θα επεκταθεί στη Συρία και την Ιορδανία, δύο χώρες, επίσης με αυταρχικά καθεστώτα, που συνορεύουν με το Ισραήλ και έχουν βέβαια τελείως διαφορετική στάση απέναντί του: η Ιορδανία έχει αναγνωρίσει το Ισραήλ και έχει συνάψει, όπως η Αίγυπτος, συνθήκη ειρήνης, ενώ η Δαμασκός είναι ο, τουλάχιστον στα λόγια, πιο σκληρός αντίπαλος του Τελ Αβίβ, το οποίο διατηρεί υπό κατοχή συριακό έδαφος, τα υψώματα του Γκολάν.

Στο νότιο άκρο της Αραβικής Χερσονήσου οι ΗΠΑ ανησυχούν για το σουλτανάτο του Ομάν, όπου διατηρούν τεράστια στρατιωτική βάση, αλλά και για την Υεμένη, που ελέγχει την είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας και έχει στο νότιο τμήμα της σημαντική αριστερή παράδοση.

Όχι στις στρατιωτικές επεμβάσεις

Φυσικά, και δικαίως, στη δημόσια συζήτηση δεσπόζει η Λιβύη, επειδή εκεί το καθεστώς προσπαθεί με όλα τα μέσα να κρατηθεί στην εξουσία, ακόμα και, αν χρειαστεί, να πνίξει την εξέγερση στο αίμα – εφόσον βέβαια μπορέσει. Όσο σωστή είναι η επιβολή κυρώσεων στο καθεστώς, η απομόνωσή του, η προσωρινή κατάσχεση των οικονομικών μέσων που διαθέτει στο εξωτερικό, η στρατιωτική επέμβαση πρέπει να μας θυμίσει τι έγινε στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Στρατιωτικές επεμβάσεις δεν απαλύνουν ποτέ τα δεινά των λαών, και άλλωστε, όπως πάλι μας διδάσκουν το Ιράκ και το Αφγανιστάν, δεν γίνονται με ευγενή κίνητρα – κάθε άλλο, ιδίως όταν πρόκειται για χώρες με τόσο πλούσιο υπέδαφος, όσο είναι της Λιβύης. Η Ελλάδα έχει ήδη προσφέρει στρατιωτικές διευκολύνσεις, επομένως, είναι σωστό να προετοιμαζόμαστε για κινητοποιήσεις.

Υπάρχουν κάποιοι που εξηγούν με θεωρίες συνωμοσίας τις εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες. Όμως, ποιος μπορεί να ξεσηκώσει λαούς που είναι ευχαριστημένοι με την κατάσταση στη χώρα τους, και μάλιστα σε τόσες πολλές χώρες ταυτοχρόνως; Φυσικά, θα υπάρξουν προσπάθειες για εκμετάλλευση της αστάθειας, για αναδιανομή της επιρροής των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Αλλά η εξέγερση των αραβικών λαών είναι ξέσπασμα καταπιεσμένων που ζητούν πολιτικά δικαιώματα και κοινωνική δικαιοσύνη. Και είναι ίσως η πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια που οι εξεγερμένοι δεν προσβλέπουν στη βοήθεια από τις μεγάλες χώρες. Ούτε στην Αίγυπτο ούτε στην Τυνησία ούτε στη Λιβύη φαίνεται να είναι μεγάλο το κύρος των ΗΠΑ ή των ισχυρών χωρών που ηγεμονεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βλέπετε, είναι πολύ νωπή η ανάμνηση των στενών σχέσεων της Δύσης με το καθεστώς Μουμπάρακ ή των μεγάλων πανεπιστημίων που δέχονταν ευχαρίστως δωρεές από τον Μουαμάρ Καντάφι και τους γιους του και των επαίνων για το καθεστώς της Τυνησίας.

Η ελληνική εξωτερική πολιτική στο νέο τοπίο

Όποια και αν είναι η έκβαση των λαϊκών εξεγέρσεων, μετά τίποτα στην περιοχή μας δεν θα είναι όπως πριν. Ίσως αποδειχθεί κιόλας πόσο μυωπική υπήρξε η ελληνική εξωτερική πολιτική τα τελευταία χρόνια. Μια πολιτική που τη χαρακτηρίζει η διαρκής προσπάθεια προσαρμογής στις επιλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, ακόμα κι αν αυτή η προσαρμογή ανατρέπει ισορροπίες που είχαν δημιουργηθεί με προσπάθεια πολλών χρόνων και πολλών κυβερνήσεων.

Παραδείγματος χάριν, η ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση που κατέληξε σε σφιχταγκάλιασμα, στρατιωτικό μάλιστα, είναι εμφανές ότι αποσκοπούσε να αναπληρώσει το κενό που δημιούργησαν η στροφή της Τουρκίας στον μουσουλμανικό κόσμο και η ρήξη της με το Ισραήλ. Είτε η αναπλήρωση έγινε έπειτα από παραινέσεις του μεγάλου συμμάχου είτε με ελληνική πρωτοβουλία, προκειμένου να αναβαθμιστεί ο ρόλος της Ελλάδας σε σχέση με την «αναξιόπιστη» Τουρκία, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο αρνητικό, πέρα από την αμφίβολης ηθικότητας φιλία με ένα κράτος που δεν σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και διαπράττει εγκλήματα πολέμου – ακόμα και εναντίον ελληνικών πλοίων, όπως με την επίθεση εναντίον του «στόλου της ειρήνης».

Σε ένα περιβάλλον που αλλάζει, η ελληνική κυβέρνηση παραμένει προσκολλημένη στο παρελθόν, ακόμα κι αν αυτό είναι πρόσφατο, και υποβάλλει σε μεγάλη δοκιμασία τα αισθήματα φιλίας των Αράβων για τη χώρα μας. Το όφελος είναι αμφίβολο.

Θα ήταν για όλους αυτούς τους λόγους εξαιρετικά χρήσιμο, αν η ελληνική κυβέρνηση αναγνώριζε, όπως έχει κάνει η πλειονότητα των χωρών - μελών του ΟΗΕ, μαζί και πολλές χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το παλαιστινιακό κράτος. Δεν είναι μόνο σωστό και δίκαιο, είναι και ωφέλιμο. Οι Παλαιστίνιοι θα ζητήσουν κατά πάσα πιθανότητα από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ να «καλωσορίσει» το παλαιστινιακό κράτος. Αν το κάνουν θα κερδίσουν την ψηφοφορία και μετά οι Άραβες (και οι άλλες χώρες με μουσουλμάνους πολίτες) θα μετρήσουν εχθρούς και φίλους.

Αλληλεγγύη, όχι κηδεμονία

Τώρα πάντως προέχει η βοήθεια προς τους λαούς που έχουν ξεσηκωθεί και προς όλους όσοι πλήττονται, όσους φεύγουν τρομαγμένοι, ιδίως από τη Λιβύη. Η Ελλάδα χρειάζεται να προετοιμαστεί η ίδια να δεχτεί πρόσφυγες, έστω και για περιορισμένο χρόνο, ώσπου να εξομαλυνθούν τα πράγματα, και χρειάζεται να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να δεχτεί και να περιθάλψει τους ανθρώπους που θα έρθουν. Δυστυχώς τόσο οι ευρωπαϊκές όσο και οι ελληνικές αρχές κάνουν λόγο για «παράνομη μετανάστευση», ετοιμάζονται δηλαδή να παραπέμψουν το ζήτημα σε διωκτικές αρχές. Πρόσφυγες δεν είναι μόνο οι πολίτες των αραβικών χωρών που βρίσκονται σε αναταραχή, αλλά και οι χιλιάδες άνθρωποι από φτωχές χώρες, της Ασίας κυρίως, που αναγκάζονται να φύγουν. Το παράδειγμα των πολιτών του Μπαγκλαντές που έπεσαν στη θάλασσα της Σούδας ενώ μεταφέρονταν από τη Λιβύη είναι χαρακτηριστικό.

Η οικονομία αυτών των χωρών, κυρίως της Λιβύης, αλλά και της Αιγύπτου και της Τυνησίας, έχει υποστεί σοβαρές βλάβες από τα διεφθαρμένα καθεστώτα που ανατράπηκαν ή ανατρέπονται. Επομένως, η συζήτηση για οικονομική βοήθεια που έχει αρχίσει είναι επιβεβλημένη. Ήδη από την Αίγυπτο ακούγονται αιτήματα για διαγραφή των χρεών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση ύψους περίπου 35 δισ. ευρώ. Η πρώτη αντίδραση ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, π.χ. της Γερμανίας, ήταν να συνδέσουν την παροχή βοήθειας με σχέδιο μεταρρυθμίσεων που θα ορίσουν όσοι προσφέρουν χρήματα και που από την εφαρμογή του θα εξαρτάται η βοήθεια. Κάτι σαν το δικό μας Μνημόνιο, δηλαδή, που θα συνδέεται με ιδιωτικοποιήσεις, την ενίσχυση της παρουσίας ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε αυτές τις χώρες.

Στην ίδια κατεύθυνση της κηδεμονίας κινείται και η πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού, την οποία διατύπωσε ο υπουργός Εξωτερικών σε συνέντευξή του σε εφημερίδα της Βιέννης, να ιδρυθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην Αθήνα Ακαδημία Δημοκρατίας με σκοπό την εκπαίδευση νέων Αράβων πολιτικών, σύμφωνα με τις δημοκρατικές αξίες και αρχές, μιας και η Αθήνα είναι «κοιτίδα της δημοκρατίας». Όσο κι αν οι συμβολισμοί έχουν όντως κάποια σημασία, και μόνο οι εξεγέρσεις δείχνουν ότι οι λαοί των χωρών της Νότιας Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής δεν έχουν ως πρώτη ανάγκη να εκπαιδευτούν στη δημοκρατία, τη στιγμή που μας τη διδάσκουν. Ίσως η Ευρώπη χρειάζεται να επανεκπαιδευτεί σε δημοκρατικές αξίες, που δείχνει να μην τις καλοθυμάται πια.

Το σίγουρο είναι ότι ο χάρτης αλλάζει. Όλο και περισσότερο η αρχή του νέου αιώνα μοιάζει πλέον να έχει έντονες αναλογίες με τα ιστορικά συμβάντα των αρχών του προηγούμενου. Ας ελπίσουμε ότι οι νέες προσδοκίες χειραφέτησης λαών και κοινωνιών θα συσσωματώνουν στην άμεση προοπτική των εξελίξεων την τεράστια θετική και αρνητική πείρα του «σύνολου» 20ού αιώνα και θα τη γονιμοποιήσουν. Για την ελληνική εξωτερική πολιτική, η απαγκίστρωση από την ηττοπαθή προσαρμογή στην ηγεμονία των ισχυρών και η ενίσχυση των πολυδιάστατων επιλογών είναι όροι και στοιχήματα για τη συμμετοχή ή όχι στις εξελίξεις.

* O Θοδωρής Δρίτσας είναι Βουλευτής Α’ Πειραιά και Νησιών, Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ και μέλος της Διαρκούς Επιτροπής Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας της Βουλής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου