Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

Je suis…

Τα δύο μέτρα και σταθμά των μεγάλων δυτικών ΜΜΕ
Του Νόαμ Τσόμσκι* 
Όλος ο κόσμος ένιωσε φρίκη για τη δολοφονική επίθεση στο γαλλικό σατυρικό περιοδικό Σαρλί Εμπτντό. Σε άρθρο των Νιου Γιορκ Τάιμς, ο ανταποκριτής Στίβεν Ερλάνγκερ περιέγραψε τον απόηχο της επίθεσης, που πολύ την ονομάζουν «γαλλική Ενδεκάτη Σεπτεμβρίου», ως «μια μέρα γεμάτη σειρήνες, ελικόπτερα στον αέρα, οργισμένα δελτία ειδήσεων, αστυνομικές ζώνες, τρομαγμένα πλήθη και μικρά παιδιά που τα απομάκρυναν από τα σχολεία, για να διαφύγουν τον κίνδυνο. Μια μέρα τρόμου και αίματος σε ολόκληρο το Παρίσι». Τη διεθνή κατακραυγή συνόδευε ο προβληματισμός πάνω στα βαθύτερα αίτια της θηριωδίας. «Πολλοί βλέπουν Σύγκρουση Πολιτισμών», ανέφερε ένας τίτλος των Νιου Γιορκ Τάιμς.
Η φρίκη και η αποστροφή είναι απολύτως δικαιολογημένες, όπως και η αναζήτηση των βαθύτερων αιτίων της θηριωδίας, όσο διατηρούμε στο μυαλό μας κάποιες βασικές αρχές. Η αντίδραση θα πρέπει να είναι εντελώς ανεξάρτητη από το τι πιστεύει κανείς για το περιοδικό και ό, τι αυτό παράγει. Το πανταχού παρόν σύνθημα «Είμαι Σαρλί», μαζί με άλλα παρόμοια, δεν θα έπρεπε να σημαίνει, ή έστω να υποδεικνύει, οποιαδήποτε ταύτιση με το περιοδικό, τουλάχιστον στα πλαίσια υπεράσπισης της ελευθερίας του λόγου. Θα έπρεπε να εκφράζει την υπεράσπιση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης, ανεξάρτητα από το τι μπορεί κανείς να πιστεύει για το περιεχόμενό της, ακόμη και αν το θεωρεί μισητό ή φαύλο.Επίσης, τα συνθήματα θα πρέπει να εκφράζουν την καταδίκη ενάντια στη βία και την τρομοκρατία. Ο επικεφαλής του εργατικού κόμματος του Ισραήλ, και κυριότερος διεκδικητής για τις επερχόμενες εκλογές στο Ισραήλ, Ισαάκ Χέρτζογκ, έχει μάλλον δίκιο όταν λέει ότι: «Η τρομοκρατία είναι τρομοκρατία. Δεν υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά». Δίκιο έχει και όταν λέει ότι: «Όλα τα Έθνη που ζητούν ειρήνη και ελευθερία [αντιμετωπίζουν] μια τεράστια πρόκληση» από τη δολοφονική τρομοκρατία – ας βάλουμε στην άκρη την επιλεκτική του ερμηνεία αυτής της πρόκλησης.

Ισλανδία: Οι τραπεζίτες στη στενή, οι τοκογλύφοι στον αγύριστο…

Του Δημήτρη Μηλάκα

Τις προηγούμενες μέρες μια είδηση πέρα στα «ψιλά», δίχως να τύχει της προβολής που τις άξιζε: Η κεντροδεξιά (!) κυβέρνηση της Ισλανδίας απέσυρε το αίτημα ένταξης της χώρας στην ΕΕ.Προφανώς τέτοιου είδους ειδήσεις σε μια χώρα σαν την Ελλάδα που το «με κάθε θυσία στο ευρώ» καλλιεργήθηκε και προβάλλεται ως η σύγχρονη μεγάλη ιδέα του έθνους, δημιουργούν ερωτήσεις στην κοινωνία. Και γι αυτό θάβονται… Ας δούμε λοιπόν κάποιες απ αυτές τις ερωτήσεις (με τις απαντήσεις τους) και ας βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του:
Τι έγινε στην Ισλανδία; Την περασμένη Πέμπτη η Ισλανδία ανακοίνωσε ότι απέσυρε οριστικά την υποψηφιότητά της για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δύο χρόνια μετά την ανάδειξη της κεντροδεξιάς κυβέρνησης που είχε δεσμευτεί ότι θα έβαζε τέλος στη διαδικασία αυτή, που ξεκίνησε το 2009.

Τι γίνεται στην Ελλάδα; Από το 2010 μέχρι και σήμερα η χώρα δανείζεται για να ακολουθήσει τους κανόνες και να παραμείνει στην ΕΕ. Οι εν λόγω κανόνες συνοψίζονται στα μνημόνια τις δανειακές συμβάσεις τα μεσοπρόθεσμα προγράμματα και τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου με τα οποία κυβερνάται η χώρα. Το αποτέλεσμα αυτών των κανόνων είναι πια ολοφάνερο: Ανεργία (πανευρωπαϊκό ρεκόρ), ανεργία νέων (σχεδόν παγκόσμιο ρεκόρ) περικοπές μισθών και συντάξεων, ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και παρ όλα αυτά χρέος στο 180% του ΑΕΠ- από το 120% που ήταν όταν ξεκίνησε η θεραπεία. Δεδομένων τούτων των πολιτικών επιλογών σε καθ’ ένα απ΄ τα δέκα εκατομμύρια Έλληνες του αναλογούν 2.000 ευρώ το χρόνο, κάθε χρόνο μέχρι το 2030 για να ξεχρεωθούν τα τρέχοντα 300 δισεκατομμύρια ευρώ του ελληνικού χρέους!

ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ;

Toυ ΣΤΑΘΗ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗ*

Οταν άρχισε να υποχωρεί κάπως το επικοινωνιακό μπαράζ που επιχείρησε να παρουσιάσει την συμφωνία της 20ης Φλεβάρη μεταξύ κυβέρνησης και Eurogroup (και την «λίστα μεταρρυθμίσεων» που τη συμπληρώνει) ως περίπου νίκη, το βασικό επιχείρημα των υποστηρικτών της είναι ότι «αγόρασε χρόνο». Για να το επιτύχει, σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, χρειάστηκε βέβαια να προβεί σε υποχωρήσεις, οι οποίες όμως έγιναν στα πλαίσια όμως ενός «προωθητικού συμβιβασμού» για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Γιάννη Δραγασάκη[1]. Το επιχείρημα εδώ είναι ότι για αυτούς τους τέσσερις μήνες δεν θα παρθούν νέα μέτρα λιτότητας τύπου μέηλ Χαρδούβελη, ενώ λύνεται το πρόβλημα της ρευστότητας που είχε φέρει το τραπεζικό σύστημα στα πρόθυρα της κατάρρευσης πριν συναφθεί η συμφωνία και δίνεται ένα περιθώριο ώστε η κυβέρνηση ναπροετοιμαστεί για τον νέο γύρο διαπραγματεύσεων τον Ιούνη χωρίς να εγκαταλείπει τους στρατηγικούς της στόχους. Δεν πρόκειται λοιπόν περί ήττας αλλά περί τακτικής υποχώρησης και ανακωχής που λειτουργεί προς όφελος της ελληνικής πλευράς.

Χωρίς να μπούμε εδώ σε μια λεπτομερή ανάλυση των δεσμεύσεων που ανέλαβε η κυβέρνηση υπογράφοντας τη συμφωνία[2], τα βασικά σημεία του προηγούμενου επιχειρήματος δεν άργησαν να διαψευστούν από την πραγματικότητα. 

ΜΕΣΑ ΣΤΟ «ΣΙΔΕΡΕΝΙΟ ΚΛΟΥΒΙ»

Βίλα Κοτοπούλη: Το γαμήλιο δώρο που θυμίζει σαλέ

Της Χαράς Τζαναβάρα-Φωτογραφίες Βασίλης Μαθιουδάκης

Στη δεκαετία του 1920 ήταν ένα από τα θαυμάσια εξοχικά που αποτέλεσαν τη «μαγιά» για τον οικισμό που πήρε το όνομά του από τον μεγαλοϊδιοκτήτη, πολιτικό και καθηγητή πανεπιστημίου Ιωάννη Ζωγράφο. Φιλοξένησε τις βεγγέρες της αξεπέραστης ηθοποιού, στις οποίες έδιναν το «παρών» τα σημαντικότερα ονόματα της ελληνικής σκηνής. Στην Κατοχή επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και μετά την απελευθέρωση στέγασε το αστυνομικό τμήμα. Πέρασε στην ιδιοκτησία του δήμου και στην ουσία είναι ένα μουσείο με σπουδαιότερο έκθεμα το ίδιο το κτίριο.

Μια στάση με το όνομα της μεγάλης τραγωδού στην οδό Αλέξανδρου Παναγούλη είναι το πρώτο «σημάδι» της περίφημης βίλας Κοτοπούλη. Το ίδιο το κτίριο όμως, όπως φαντάζει πίσω από τη σιδερένια εξώπορτα, είναι έναυσμα για απόδραση από την εικόνα που δημιουργούν οι πανύψηλες πολυκατοικίες.
Το φλας μπακ ξεκινά από το 1832, χρονιά απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Τούρκους. Ο Χατζηπαρθένης Πετράκης, ηγούμενος της ομώνυμης μονής, αγόρασε από τον πασά χιλιάδες στρέμματα στις παρυφές του άλσους της Καισαριανής. Λίγα χρόνια αργότερα, οι κληρονόμοι του άρχισαν να πουλάνε διάφορα τμήματα. Το 1902 ο Ιωάννης Ζωγράφος, βουλευτής του κόμματος του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, απέκτησε από «δεύτερο χέρι» μια μεγάλη έκταση. Κράτησε ένα τμήμα στη διασταύρωση των σημερινών λεωφόρων Ζωγράφου και Παπάγου για την οικογένειά του, ενώ την υπόλοιπη τη ρυμοτόμησε και την πουλούσε με δόσεις των 112 δραχμών τον μήνα. Η περιοχή ήταν ακόμη… εξοχή και πολλοί έσπευσαν να φτιάξουν τις βίλες τους. Μέσα σε λιγότερα από δέκα χρόνια κατασκευάστηκαν πάνω από 100 εξοχικά και αποτέλεσαν τον πυρήνα του πρώτου οικισμού, ο οποίος το 1929 αποκόπηκε από τον δήμο Αθηναίων και ανακηρύχθηκε κοινότητα που πήρε το όνομα της οικογένειας Ζωγράφου. Οι επαύλεις Βοναπάρτη, Βουγά, «Αγλατζιάς», Νίνου, Συριώτη και η κατοικία του μεγάλου ζωγράφου Γ. Γουναρόπουλου, μαζί με τα δυο αρχοντικά της οικογένειας Ζωγράφου είναι τα λίγα απομεινάρια αυτής της εποχής…

Οι γελοιογραφίες του Σαββατοκύριακου!