Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017

Κατίνα Χατζαρα: Η μοναδική γυναίκα των «120» της Μ. Παρασκευής

Η Κατίνα Χατζάρα, ήταν σύμφωνα με τη Ληξιαρχική Πράξη Θανάτου της, 35 χρονών όταν εκτελέστηκε ή 33 σύμφωνα με την πράξη του γάμου της, όπου και φαϊνεται ότι γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου 1910.37 Το βαφτιστικό όνομά της ήταν Βάγια και το επώνυμό της Ρήγα ή Ρήγανη, κόρη του Νικολάου και της Αρετής. Με αυτό το όνομα παντρεύτηκε το 1942.
της Κωνσταντίνας Μπάδα*

Κατάγονταν από τη Φλωριάδα Βάλτου και είχε έναν αδελφό που σκοτώθηκε στα χρόνια της Κατοχής, αφήνοντας πίσω του μια οικογένεια με πέντε ανήλικα κορίτσια.

Στο Αγρίνιο η Βάγια ζούσε μόνη της, χωρίς σχέσεις με την υπόλοιπη πατρική οικογένεια, και σύμφωνα με την συλλογική μνήμη, είχε αναπτύξει μια ελευθεριάζουσα ζωή.

Δεν γνωρίζουμε πότε εγκαταστάθηκε στο Αγρίνιο, αλλά θα πρέπει να υποθέσουμε ότι είχε εδραιωθεί αρκετά καλά σε αυτήν την πόλη, και από τις ενέργειές της φαίνεται ότι σκόπευε να περάσει εκεί τη ζωή της. Με τις οικονομίες της αγόρασε ένα μικρό κτήμα, απόκτησε ένα καλό για την εποχή σπίτι και προετοίμασε με όνειρα τα προικιά της.

Απαρτχάιντ: O ρατσισμός που έγινε νόμος

Στις 29 Ιουνίου 1949 η κυβέρνηση της Ν. Αφρικής απαγορεύει την τέλεση μικτών γάμων, μεταξύ λευκών και μαύρων, ξεκινώντας στην ουσία την εφαρμογή του ρατσιστικού νόμου, με το όνομα Απαρτχάιντ. Ο όρος Aπαρτχάιντ σημαίνει στην τοπική διάλεκτο «διαχωρισμός» και επιβλήθηκε από την κυβέρνηση σε όλα τα επίπεδα της ζωής, από την παιδεία ως την υγεία, ενώ όσοι αντιστάθηκαν έχασαν τη ζωή τους ή κλείστηκαν στη φυλακή για δεκαετίες.

Ο διαχωρισμός με βάση της φυλετική καταγωγή ξεκίνησε στην Αφρική από τα χρόνια των αποικιών, αλλά το απαρτχάιντ ως επίσημη πολιτική εισήχθη στις γενικές εκλογές του 1948. Ένας νέος νόμος τότε διαχώρισε τους πολίτες σε φυλετικές ομάδες, μαύρους, λευκούς, έγχρωμους και Ινδούς ενώ οι περιοχές διαχωρίστηκαν ανάλογα, μέσω εξαναγκαστικών εκτοπισμών.

Οι μαύροι πολίτες στερήθηκαν την ιθαγένειά τους, παίρνοντας νομικά την ιθαγένεια μιας εκ των δέκα αυτοδιοικούμενων περιοχών που χωρίστηκαν με βάση τη φυλή. Η κυβέρνηση εφάρμοσε το διαχωρισμό σε όλα τα επίπεδα της ζωής των ανθρώπων: στην παιδεία, την ιατρική φροντίδα και τις δημόσιες υπηρεσίες και, φυσικά, ήταν οι μαύροι αυτοί που λάμβαναν τις χειρότερες υπηρεσίες, σε σχέση με τους λευκούς.

Οι γάμοι μεταξύ ατόμων διαφορετικής φυλής απαγορεύονται τον Ιούνιο του 1949 ενώ οι θέσεις εργασίας διαχωρίζονται επίσης ανάλογα προς τη φυλή. Η μη συμμόρφωση με το νόμο σήμαινε σκληρό θάνατο για όποιον το αποτολμούσε ενώ οι μαύροι πολίτες ήταν υποχρεωμένοι να φέρουν μαζί τους βιβλιάριο με δαχτυλικά αποτυπώματα, φωτογραφία και πληροφορίες για τις περιοχές στις οποίες τους επιτρεπόταν η είσοδος.